Συναντώνται ιδιαίτερα σε παιδιά και εμφανίζονται συνήθως είτε εκ γενετής είτε στα πέντε πρώτα χρόνια της ζωής. Συχνά συγχέεται με “πρησμένο λεμφαδένα” στο λαιμό, παρόλο που είναι μια κύστη. Αποτελούν περίπου το 1/3 των ογκιδίων του τραχήλου συγγενούς αιτιολογίας.
Το συρίγγιο μέσης γραμμής τραχήλου ή κύστη μέσης γραμμής τραχήλου είναι υπολείμματα της εξέλιξης από την εμβρυική ζωή. Πρόκειται για κοιλότητες μαλακών ιστών οι οποίες είναι γεμάτες με υγρό. Για κύστη ομιλούμε όταν η κοιλότητα είναι κλειστή. Για συρίγγιο ομιλούμε όταν υπάρχει άνοιγμα προς το δέρμα ή προς τη στοματική κοιλότητα.Αυτά τα μορφώματα της μέσης γραμμής βρίσκονται μεταξύ λάρυγγα και υοειδούς οστού. Το συρίγγιο μπορεί να εκτείνεται και μεταξύ βάσης γλώσσας και θυρεοειδούς.
Παθογνωμονικό στην εξέταση είναι η μετακίνηση στον κάθετο άξονα κατά την κατάποση ή στο τράβηγμα της γλώσσας προς τα έξω, πράγμα που φανερώνει την άμεση σχέση με το υοειδές.
Οι κύστεις έχουν την τάση να μεγαλώνουν μετά την παρακέντηση. Εάν φλεγμαίνει το περιεχόμενο (λοίμωξη), σχηματίζεται μία οπή προς τα έξω με αποτέλεσμα ένα εμπυημένο συρίγγιο. Εάν κλείσει το συρίγγιο, μπορεί να σχηματιστεί απόστημα. Περαιτέρω ενδείξεις αποτελούν πιεστικά φαινόμενα όπως δύσπνοια, δυσφαγία ή πόνος ή και ενοχλήσεις αισθητικού τύπου.
Οι παρακεντήσεις μπορούν να δώσουν παροδικά λύση. Η αποτροπή της επανεμφάνισης αυτών των κύστεων ή συριγγίων μπορεί να γίνει μόνο εγχειρητικά. Πριν από μία εγχείρηση όπου αφαιρούνται αυτοί οι σχηματισμοί θα πρέπει να μην υπάρχουν σημεία φλεγμονής.
Η χειρουργική προσπελαση γίνεται μέσω μίας εγκάρσιας τομής στο μπροστινό μέρος του λαιμού. Η κύστη ή το συρίγγιο ελευθερώνεται σε όλη την πορεία τους από το ύψος του θυρεοειδούς μέχρι τη βάση της γλώσσας. Για το λόγο αυτό πρέπει να αφαιρεθεί το μέσο τμήμα του υοειδούς οστού (Sistrunk Technique)
Η επέμβαση διεξάγεται υπό ολική αναισθησία.
Η πιθανότητα επανεμφάνισης και σχηματισμού οροδερματικού συριγγίου βρίσκεται στο 4% με χειρουργική τεχνική Sistrunk, υψηλότερη εάν δεν αφαιρεθεί το υοειδές οστούν. Σε περίπτωση απουσίας κανονικού θυρεοειδικού ιστού μπορεί να προκύψει κατάσταση υποθυρεοειδισμού μετά από την απομάκρυνση της κύστης. Η θεραπεία σε αυτή την περίπτωση είναι ενδοκρινολογική και γίνεται με κάλυψη με σκευάσματα λεβοθυροξίνης. Ο ασθενής μπορεί να παρατηρήσει αλλαγή στον τρόπο κατάποσης.
Τα ράμματα απομακρύνονται μετά από 7-10 ημέρες.
Εάν δεν επιτευχθεί η πλήρης αφαίρεση, είναι δυνατή η δημιουργία νέου σχηματισμού. Ωστόσο, η μόνιμη επούλωση είναι ο κανόνας στις ενέργειες αυτές.